Η Ιστορία του Δήμου Προσοτσάνης

Ο Δήμος Προσοτσάνης, με έδρα την ομώνυμη ιστορική κωμόπολη και με δεκατρία ακόμη χωριά και οικισμούς, έχει να επιδείξει μια πλούσια ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά.
Η περιοχή βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της δραμινής πεδιάδας, με τα ευεργετικά νερά του Αγγίτη να ξεπηδούν από το ομώνυμο σπήλαιο και αγκαλιάζεται κυριολεκτικά από δύο σημαντικούς για τον Ελλαδικό και Βαλκανικό χώρο βιότοπους, το Φαλακρό και το Μενοίκιο.
1Μέσα σ' αυτό το θαυμάσιο περιβάλλον, ο άνθρωπος οργάνωσε το δικό του χώρο σεβόμενος τη φύση και τις ομορφιές της. Από τον προϊστορικό κυνηγό και κτηνοτρόφο που έβρισκε καταφύγιο στο Σπήλαιο των πηγών του Αγγίτη και στην οργιαστική παραποτάμια βλάστηση, μέχρι τους σημερινούς κατοίκους που απολαμβάνουν την ήρεμη καθημερινότητά τους στα χωριά της πεδιάδας ή στους σκαρφαλωμένους πάνω στους ορεινούς όγκους οικισμούς.
Από τα μέσα της 6ης π.Χ. χιλιετίας οργανώνονται οι πρώτοι νεολιθικοί οικισμοί που συνεχίζονται και στα χρόνια της Χαλκοκρατίας (αρχές 3ης π.Χ. χιλιετίας - 1.050 π.Χ.). Τα ίχνη τους συναντώνται είτε στις όχθες του ποταμού Αγγίτη, όπως στις Πηγές και στη Γραμμένη, είτε μακρύτερα από το ποτάμι, όπως στην Πετρούσα. Στο τέλος της Χαλκοκρατίας και στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου συνεχίζεται η ζωή σε άλλες θέσεις στα όρια του Δήμου. Πρόκειται είτε για θέσεις στα πεδινά, στην κοιλάδα του Αγγίτη, όπως η θέση «Μεγάλη Τούμπα» της Καλής Βρύσης όπου ο σημαντικός οικισμός εποχής Σιδήρου (1.050 π.Χ. - 750 π.Χ.) συνεχίζει τη ζωή του μέχρι τους όψιμους ρωμαϊκούς χρόνους, είτε για θέσεις στα ορεινά, όπου υπάρχουν οχυρές ακροπόλεις, τα λεγόμενα «Κάστρα», με διάρκεια ζωής μέχρι τους βυζαντινούς χρόνους, όπως στους Πύργους, στις Πηγές του Αγγίτη (Πάνακα) και στη θέση «Τσατάλκα» στα ορεινά της Καλής Βρύσης.
Κατά τους ιστορικούς χρόνους ξεχωρίζουν διάσπαρτοι οικισμοί και νεκροπόλεις σε θέσεις γνωστές ή νέες. Στην κοιλάδα του Αγγίτη και σε απόσταση 2,5χλμ. από την Καλή Βρύση η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως αρχαίο Ιερό Διονύσου στη θέση «Μικρή Τούμπα». Πρόκειται για ιερό με λατρευτικά στοιχεία τοπικού χαρακτήρα του τελευταίου τέταρτου του 4ου π.Χ. αι. με αρχές του 3ου π.Χ. αι. Έχει ορθογώνια κάτοψη και προσεγμένη τοιχοδεσία.
Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους επιγραφικές μαρτυρίες, ταφικά μνημεία και διάφορα ευρήματα από την περιοχή που βρίσκεται μέσα στα όρια του Δήμου δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για τις «κώμες» της Colonia Augusta Julia Philippensis (της «χώρας» της ρωμαϊκής αποικίας των Φιλίππων) σε διάφορες περιοχές όπως στη Γραμμένη, στις Πηγές, στην Καλή Βρύση, στη Χαριτωμένη, στην Προσοτσάνη, στη Μικρόπολη.
Στον κάμπο της Προσοτσάνης, η αποκάλυψη παλαιοχριστιανικής βασιλικής, σε απόσταση 2 χλμ. νότια της σύγχρονης κωμόπολης, με ημικυκλική αψίδα ανατολικά και νάρθηκα δυτικά καθώς και ο μεταγενέστερος ναΐσκος του Αγίου Παντελεήμονος, από την εποχή των Παλαιολόγων (β' μισό του 13ου αι.) που βρίσκεται 2,5 χλμ. περίπου δυτικά της Προσοτσάνης, αποτελούν μερικές από τις σημαντικότερες μαρτυρίες του βυζαντινού ορθόδοξου μεγαλείου.
Δείγματα κυρίως της νεότερης οθωμανικής αρχιτεκτονικής, αρκετά τοπωνύμια και ιστορικές μνήμες θυμίζουν το πέρασμα και άλλων βαλκανικών λαών από την περιοχή. Στους πρώτους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας, οι χριστιανοί της ευρύτερης περιοχής, φοβισμένοι από το θρησκευτικό φανατισμό των κατακτητών και των εποίκων τους, συγκεντρώνονται στους ορεινούς όγκους της βόρειας κυρίως ζώνης. Στα νεότερα χρόνια, κυρίως μετά το 1850, η περιοχή γνώρισε πρωτόγνωρη οικονομική ανάπτυξη χάρη στην καλλιέργεια των ανώτερης ποιότητας ανατολικών καπνών, καθιστώντας την Προσοτσάνη σημείο αναφοράς στις διεθνείς αγορές καπνού της Ευρώπης και της Αμερικής.
4Η ιστορική διαδρομή αυτού του τόπου σημαδεύτηκε ακόμη από τις πολεμικές αναστατώσεις της περιόδου 1880 - 1945 και τους αγώνες του ελληνισμού της περιοχής για ελευθερία. Οι ντόπιοι κάτοικοι μαζί με τους νεοφερμένους Ηπειρώτες και Βλάχους πρόσφεραν μεγάλες υπηρεσίες στον Μακεδονικό Αγώνα και γνώρισαν σκληρά αντίποινα στις τρεις βουλγαρικές κατοχές στον 20ο αιώνα, όπως άλλωστε και οι Έλληνες πρόσφυγες του '22 από την Ανατολή την περίοδο 1941- 1944. Στη σύγχρονη ιστορία η Προσοτσάνη και τα χωριά της υπαίθρου συγκαταλέγονται στις μαρτυρικές περιοχές του ελληνισμού.
Χάρη στην οικονομική πρόοδο και στους αγώνες για εθνική αφύπνιση των κατοίκων, η περιοχή ανέπτυξε έντονη πνευματική δραστηριότητα με την ανέγερση σχολείων και την ίδρυση συλλόγων από τον 19ο αιώνα κυρίως στο κέντρο της, στην Προσοτσάνη. Η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Προσοτσάνης διέθετε ήδη το 19ο αι. Αστική Σχολή Αρρένων και Παρθεναγωγείο. Με τη Μουσική Μπάντα Ελληνορθόδοξων από το 1861, τη Φιλόμουσο Αδελφότητα «Ηώ» από το 1873, με θεατρική ομάδα πριν από το 1900 και νέα εκπαιδευτήρια από το 1909, ύστερα από τις άοκνες προσπάθειες του Μητροπολίτη Δράμας και Εθνομάρτυρα Σμύρνης Χρυσοστόμου, της οικογένειας Μελά και των εισφορών των κατοίκων, η κωμόπολη περηφανευόταν δικαιολογημένα για το τιτάνιο πνευματικό της έργο.
Στα περισσότερα χωριά, ακόμη, υπάρχουν αξιόλογες μεταβυζαντινές εκκλησίες της περιόδου 1840 - 1910 με στοιχεία μορφολογικής και κατασκευαστικής λιτότητας, ξυλόγλυπτα τέμπλα, ζωγραφικό διάκοσμο και τοιχογραφίες τους 19ου αι., πανέμορφα μεταγενέστερα καμπαναριά με πυργοειδή μορφή, χτισμένα με μεράκι από έμπειρους μαστόρους.


3

Απόδειξη της δημιουργικής και αισιόδοξης διάθεσης των κατοίκων του Δήμου, σε συνδυασμό με το έντονο θρησκευτικό τους συναίσθημα, είναι το πλήθος των ηθών και των εθίμων, με την συνοδεία των παραδοσιακών οργάνων, των τραγουδιών και των χορών, που επιβιώνουν χάρη στους ισχυρούς δεσμούς των κατοίκων με την παράδοση και χαρακτηρίζονται από την ποικιλία των πολιτιστικών τους αναφορών. Αλλωστε, μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών στο Μεσοπόλεμο, οι πρόσφυγες της Θράκης, της Μικράς Ασίας και του Πόντου μετέφεραν στην περιοχή τον ιδιαίτερο πολιτισμό και τη δημιουργική τους πνοή, συμβάλλοντας στην τοπική οικονομία και στην κοινωνική ανάπτυξη και εμπλουτίζοντας την πολιτιστική
κληρονομιά αυτού του τόπου.